Νάρκωση αζώτου

Εδώ και 100 περίπου χρόνια  είναι απόλυτα εξακριβωμένο ότι το άζωτο πάνω από το όριο μερικής πίεσης pN2 4 bar  εμφανίζονται συμπτώματα νάρκωσης του αζώτου (τοξική επίδραση).

Ο αέρας που αναπνέουμε αποτελείται  όπως είναι γνωστό 79% Ν2 ή αλλιώς
fN = 0,79 (f = Fraktion). Επομένως   η μερική πίεση του αζώτου pN2 στον αέρα που αναπνέουμε στην πίεση του περιβάλλοντος p περιβάλλοντος  = (Πίεση νερού) είναι.

pN2 = fN2 x p περιβάλλοντος    ή  p περιβάλλοντος  = pN2 / fN2

Επομένως  
p περιβάλλοντος  = 4 bar / 0,79 = 5 bar

Πρέπει όμως να αφαιρέσουμε την ατμοσφαιρική πίεση (1bar), άρα η πίεση περιβάλλοντος (5 bar – 1 bar = 4 bar) 4
bar απόλυτη πίεση αντιστοιχούν με –40m βάθος, θα πρέπει να υπολογίζουμε ανά πάσα στιγμή με την τοξική επίδραση του αζώτου (νάρκωση) η οποία μεγαλώνει ανάλογα με την αύξηση της μερικής πίεσης ή με άλλα λόγια αυξάνοντας το βάθος.

Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες που είναι για κάθε άτομο διαφορετικοί, π.χ. κάποια άτομα είναι ευαίσθητα στην τοξικότητα του αζώτου με αυξημένη  πιθανότητα νάρκωσης και άλλα είναι λιγότερο ευαίσθητα άρα με μειωμένη πιθανότητα νάρκωσης. Κανένας δύτης όμως δεν είναι απελευθερωμένος από το σύνδρομο, απλά επιδρά λίγο αργότερα ή σε μεγαλύτερο βάθος. Επίσης από μέρα σε μέρα για το ίδιο δύτη μπορεί να διαφέρει και αυτό εξαρτάται από την διατροφή και από την ψυχική κατάσταση που βρίσκεται εκείνη την ημέρα.

Το σύνδρομο της νάρκωσης του αζώτου αρχίζει σταδιακά χωρίς μεγάλες ενδείξεις και ύπουλα, αφού πρώτα έρχεται ευφορία μετά ακολουθεί η απώλεια κριτικής, επιβράνδυνση σκέψης, απώλεια παρατηρητικότητας, μειωμένη εκτίμηση κινδύνων, φοβία, πανικός, όλα αυτά συνοδεύονται από υπερβολική κούραση δυσκολεύοντας ακόμα και τη κολύμβιση.

Η κατανάλωση του αέρα αυξάνει δραματικά και σε βάθος περίπου  –90 m μετά από λίγα λεπτά της ώρας επέρχεται πλήρη νάρκωση με αποτέλεσμα τον θάνατο από πνιγμό. Έχουν παρατηρηθεί πολλές φορές δύτες κάτω από το επήρεια νάρκωσης του αζώτου μη μπορώντας να εκτιμήσουν σωστά τους κινδύνους, αντί να ακολουθήσουν ανοδική πορεία προς την επιφάνεια αναζητούν όλο και μεγαλύτερο βάθος κάνοντας έτσι ποιο δύσκολη ακόμα και την βοήθεια από τους συντρόφους τους. 

Το σύνδρομο της νάρκωσης παύει να υπάρχει αφού πρώτα εγκαταλείψουμε το βάθος που βρισκόμαστε και ανεβούμε τουλάχιστον 10 m ποιο πάνω ή ακόμα καλύτερα  διακόπτουμε την βουτιά κάνοντας σωστά την αποσυμπίεση αν και εφόσον είναι απαραίτητο.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που βοηθούν την επιτάχυνση της νάρκωσης όπως είναι η χρήση αλκοόλ ακόμα και υπολείμματα  από την προηγούμενη ημέρα, η χρήση ψυχοτρόπων ουσιών, η σωματική εξάντληση, άγχος, το κρύο κατά την διάρκεια της βουτιάς και αυξημένη μερική πίεση CO2 στους πνεύμονες και στο αίμα. 

Κάποια επιβράδυνση παρατηρείτε σε δύτες οι οποίοι καταδύονται πολύ συχνά σε μεγάλα βάθη. Αυτό εξηγείτε με την “συνήθεια” του νευρολογικού συστήματος στην τοξικότητα του αζώτου.

Στην ποιο μεγάλη επιτάχυνση της νάρκωσης, συμβάλει η αυξημένη μερική πίεση του CO2 στους πνεύμονες που κανονικά είναι 35 - 45 Torr (= mmHg). Στην πίεση των 50 Torr αρχίζει το CO2 την τοξική επίδραση, στα 60 Torr επέρχεται δηλητηρίαση και στα 90 Torr πλήρη νάρκωση.

Αυτό μπορεί να προκαλέσει άλλη μια εμπλοκή η οποία δεν είναι ευρέως γνωστή, δηλαδή η μερική πίεση του CO2 να υπερβεί την ανοχή των πνευμόνων και σε περίπτωση που ο δύτης αναπνέει λιγότερο του κανονικού συσσωρεύεται επικίνδυνα επιπλέον ποσότητα CO2  (Retetion = συσσώρευση) στο αίμα. Το φαινόμενο συσσώρευσης CO2 το έχουν εκ γεννητής περίπου το 15 % των ανθρώπων και είναι σχεδόν αδύνατον να εντοπιστεί με τις συνήθεις ιατρικές εξετάσεις. 

Πάρα πολλοί δύτες έχουν επιπλέον αυτό το επιβαρυντικό πρόβλημα χωρίς να το ξέρουν, διαφορετικά κάτω από κανονικές συνθήκες δεν ενοχλεί σε τίποτε. Μετά από συστηματικές εξετάσεις που έγιναν, περισσότεροι από τους μισούς δύτες μετρήθηκε η μερική πίεση του CO2  50 Torr, η οποία είναι σαφώς μεγαλύτερη του κανονικού και έχει σαν αποτέλεσμα την εξάντληση του αναπνευστικού συστήματος με επακόλουθο  την συνεχιζόμενη άνοδο του CO2 στους πνεύμονες και στο αίμα.

Στο φαινόμενο που περιέγραψα ποιο πάνω, δηλαδή την αυξημένη ποσότητα CO2  επιδρά προσθετικά στην νάρκωση του αζώτου επιδεινώνοντας έτσι περαιτέρω το πρόβλημα. Οι δύτες όμως που δεν γνωρίζουν την αυξημένη συσσώρευση CO2 - (Retetion) στο αίμα και κάνουν βαθιές καταδύσεις, είναι ευάλωτοι και κινδυνεύουν ακόμα και με απώλεια των αισθήσεων τους στην διάρκεια της βουτιάς. Για αυτούς και μόνο τους λόγους δεν πρέπει να βουτάμε με αέρα βαθύτερα από τα -40 m.

Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που όλοι μας γνωρίζουμε, δύτες να  καταδύονται πολύ βαθύτερα χωρίς να συμβαίνει οπωσδήποτε καταδυτικό ατύχημα. Πως εξηγείτε όμως; Κατά αρχήν, είναι από δύτη σε δύτη και από μέρα σε μέρα διαφορετική η παρενέργεια της νάρκωσης του αζώτου και με τον καιρό βουτώντας συνεχώς σε μεγάλα βάθη ακολουθεί μια τοξική συνήθεια (CO2 - adaption) καταλήγοντας μακροχρόνια σε μειωμένη πνευματική ικανότητα, έλλειψη αυτοκριτικής, υπερεκτίμηση δυνάμεων και πολλές φορές σε λανθασμένες αποφάσεις. Έτσι εξηγείται και η στατιστική που αποδεικνύει ότι τα περισσότερα ατυχήματα συμβαίνουν σε έμπειρους δύτες οι οποίοι καταδύονται συχνά σε μεγάλα βάθη.

Το συμπέρασμα που πρέπει να αντλήσουμε από τα παραπάνω, είναι να τηρούμε με ευλάβεια τους κανόνες που γνωρίζουμε, να απολαμβάνουμε τις βουτιές μας με ασφάλεια μέχρι –30m.

Χρήστος Ευθυμίου

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου